Είναι
ενδεικτικό ότι ο κλάδος
με το μεγαλύτερο πλήθος
ξένων επιχειρήσεων που
δραστηριοποιούνται στη
χώρα είναι το εμπόριο
(λιανικό και χονδρικό),
με σχεδόν μία στις
τέσσερις επιχειρήσεις
από αυτές να συνδέονται
με αλλοδαπές
επιχειρήσεις (22,9%).
Ακολουθούν ο τομέας
διαχείρισης ακίνητης
περιουσίας με 14,6% και
ο ενοποιημένος τομέας
ορυχείων, λατομείων,
ηλεκτρικής ενέργειας,
νερού και διαχείρισης
αποβλήτων με 10,2%. Η
μεταποίηση
αντιπροσωπεύει ποσοστό
μόλις 7,7%, δηλαδή
λιγότερο από μία στις
δέκα επιχειρήσεις, ενώ ο
τομέας των κατασκευών
φτάνει το 5,8%.
Τα
στοιχεία της Ελληνικής
Στατιστικής Αρχής
δείχνουν ότι, αν και
διαχρονικά γίνονται
προσπάθειες για
δραστηριοποίηση ξένων
επιχειρήσεων στη χώρα
και προσέλκυση
επενδύσεων, μόλις το
0,6% του συνολικού
αριθμού των επιχειρήσεων
όλων των κλάδων που
δραστηριοποιούνται στη
χώρα είναι συνδεδεμένο
με αλλοδαπές
επιχειρήσεις. Παρά
ταύτα, αυτές οι
επιχειρήσεις
αντιπροσωπεύουν το 18,6%
του συνολικού κύκλου
εργασιών και απασχολούν
το 7,4% του συνόλου των
εργαζομένων. Είναι
αξιοσημείωτο ότι μεταξύ
των ετών 2021 και 2022
οι επιχειρήσεις αυτές
αύξησαν τον τζίρο τους
κατά 26%, χωρίς όμως να
σημειωθεί αντίστοιχη
αύξηση στις θέσεις
εργασίας, οι οποίες
αυξήθηκαν μόλις κατά
1,6%.
Οι
θέσεις εργασίας
Οσον
αφορά τις προσφερόμενες
θέσεις εργασίας, ο
τομέας του εμπορίου
καταλαμβάνει την πρώτη
θέση με ποσοστό 28,7%
επί του συνόλου των
απασχολουμένων σε
αλλοδαπές συνδεδεμένες
επιχειρήσεις, ενώ
ακολουθούν ο τομέας της
μεταποίησης με 16,5% και
ο τομέας καταλύματος και
εστίασης με 12%.
Σύμφωνα
με στοιχεία της
Ελληνικής Στατιστικής
Αρχής, το 2022 οι πέντε
κυριότερες χώρες στις
οποίες είχαν έδρα οι
μητρικές εταιρείες των
ξένων επιχειρήσεων που
δραστηριοποιούνται στην
Ελλάδα ήταν η Κύπρος με
ποσοστό 44,5% (2.280
επιχειρήσεις), το
Ηνωμένο Βασίλειο με 7,4%
(380 επιχειρήσεις), η
Γερμανία με 5,5% (282
επιχειρήσεις), η
Ολλανδία με 5,4% (275
επιχειρήσεις) και το
Λουξεμβούργο με 5% (257
επιχειρήσεις).
Ωστόσο,
η Ελλάδα έχει ανάγκη από
παραγωγικές επενδύσεις,
και στο πλαίσιο αυτό η
κυβέρνηση επιχειρεί να
επιταχύνει τις
διαδικασίες διεύρυνσης
της παραγωγικής βάσης
και ενίσχυσης των
επενδύσεων, κάτι που
αποτελεί προϋπόθεση για
την αλλαγή του
παραγωγικού μοντέλου της
χώρας.
Για τον
σκοπό αυτόν, προωθεί ένα
πακέτο ύψους 3 δισ. ευρώ
που θα διατεθεί για τη
χρηματοδότηση μεγάλων
βιομηχανικών επενδύσεων
σε συγκεκριμένους
κλάδους της εγχώριας
παραγωγής. Η στόχευση
είναι τα κεφάλαια αυτά
να διοχετευθούν στην
αγορά εντός της
ερχόμενης τριετίας, μέσω
ενίσχυσης επενδυτικών
σχεδίων μεγάλων
επιχειρήσεων σε όλη τη
χώρα, με επίκεντρο τη
Μακεδονία, τη Θράκη και
τη Θεσσαλία, και σε
τομείς όπως η αμυντική
βιομηχανία, η
φαρμακοβιομηχανία, η
κλωστοϋφαντουργία, η
αγροδιατροφή και η
πράσινη ενέργεια.